ἁμαρτωλός (ἁμαρτηλός), 674. ἀνταπόδομα (ανταπόδοσις),671. άντλημα (ἄντλος), 672. Γ γελάσω (γελάσομαι), 666. γίνομαι (γίγνομαι), 660. γραμματεῖς, τούς, 661. 4 δαυλός (δαλός), 660. ἀπείραστος (ἀπείρατος, ἀπεί- δεκατόω (δεκατεύω), 677. ἄξω (άξομαι), 666. απαρχή, 401 sq. ρητος), 673. απελεύσομαι, 666. ἀποδεκατόω, 678. δεσμεῖν (δεσμεύειν), 676. δεσμοί, οἱ, (τὰ δεσμά), 663. αποκαραδοκία, 373. ἀποκεφαλίζειν (καρατομεῖν) 633. αρτιγέννητος, 674. αρχισυνάγωγος, 682. ἀσθένημα (ασθένεια), 672. B βάθμος (βάσμος), 660. βεβηλόω (βέβηλον ποιεῖν), 684. δεσπότης, 736, 753. διαμερισμός, 632. διδάσκαλος, διδάσκειν, 466. δίδραγμον (δίδραχμον),645,661. δοκιμασία (δοκιμή), 670. δύναμαι, δύνῃ, ἐδυνήθησαν, ἐδύ- δυναμόω, 683. [νατο, 662. δύνη (δύνασαι), 665. δυσί (δυοῖν), 662. ἐνδυναμόω, 683. ἐξείλατο, 664. καθίσω (καθιώ), 666. κάθου (κάθησο), 667. ἐξάπινα (ἐξαπιναίως,-ίνης),678. | καλέσω (καλοῦμαι), 666. καμμύειν (καταμύειν), 660. κατάλυμα (καταγώγιον, κατά κερδήσω (κερδανώ), 666. κοινὴ διάλεκτος, οἱ κοινοί, 473, κοράσιον, 630. κόσμος, 567. [652. κράββατος (σκίμπους), 683. |